χοαχύτης

χοαχύτης
ό, θηλ. χοαχυτίς, -ίδος, Α
(εκκλησιαστικό αξίωμα στην Αίγυπτο) αυτός που φύλαγε τις μούμιες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λ. αιγυπτ. προέλευσης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”